- φοβουμένους
- φοβέωput to flightpres part mp masc acc pl (attic epic doric)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
боязньныи — БО˫АЗНЬНЫИ (2*) пр. к бо˫азнь: и еще рещи блѩдоуща что о таина(х) страстии. и никако же бл҃гобо˫азньныхъ. ли бо˫азньныхъ. аще и тѣхъ иже ѡ(т) полоучень˫а разоумѣвъшихъ. (φοβουμένους) ПНЧ XIV, 125б; Вчера агне(ц) заклашесѩ. и омазахусѩ прази. и… … Словарь древнерусского языка (XI-XIV вв.)
Σέρρες — Πόλη (49.380 κάτ., αλλά 50.390 ο δήμος) της Ανατολικής Μακεδονίας, πρωτεύουσα της ομώνυμης επαρχίας και του ομωνύμου νομού. Διοικητικό και οικονομικό κέντρο του νομού και το μεγαλύτερο μετά την Καβάλα αστικό κέντρο Α της θεσσαλονίκης, πόλη με… … Dictionary of Greek